Η ανασύσταση του «Βυζαντίου»:
«Η είδησις ότι η Ρωσία εισείλθε στον πόλεμο κατά της Τουρκίας ηλέκτρισε κυριολεκτικώς όλας εν γένει τας τάξεις του ελληνικού λαού»[1]
Το συναισθηματικό ενδιαφέρον των Ελλήνων ήταν πολύ μεγάλο, τους ενθουσίαζε η ιδέα η Οθωμανική Αυτοκρατορία να διαλυθεί από τους ομόδοξους Ρώσους και στη θέση της να δημιουργηθεί εκεί ένα μεγάλο ελληνικό κράτος, μία νέα Βυζαντινή Αυτοκρατορία.
Είχε εκραγεί ένας πραγματικός ακήρυχτος πόλεμος, οι εθελοντές έσπευδαν να σχηματίσουν αντάρτικα σώματα, υπό τη διεύθυνση των αξιωματικών, οι οποίοι φαινομενικώς παραιτούνταν από τον στρατό.
Ο βασιλιάς Όθων είχε κυριευτεί πραγματικά από την φιλοπόλεμη διάθεση των Ελλήνων και η Αμαλία «ενθουσιώδης και ονειροπόλος όπως ήτο από ιδιοσυγκρασίας», εξωθούσε ακόμη περισσότερο τον Όθωνα.
Το Βυζάντιο εμφανίζεται τουλάχιστον από το 1840 στο πλαίσιο μιας ορθόδοξης φιλορωσικής ιδεολογίας, η οποία θεωρεί ότι το μέλλον της Ελλάδας βρίσκεται στην Ανατολή και στην έννοια της Αυτοκρατορίας.
Οι τάσεις της περιόδου:
Όταν ξέσπασε αυτή η κρίση του Ανατολικού Ζητήματος, προσωρινά τουλάχιστον, βγήκε ιδιαίτερα ευνοημένη η ρωσόφιλη μερίδα. Στην ευρωπαϊκή ήπειρο είχε κερδίσει έδαφος ο αντιρωσισμός, σε αντίθεση με την κατάσταση στην Ελλάδα, όπου σημειώθηκε έξαρση του ρωσόφιλου μεγαλοϊδεατισμού.
Ο «φιλορωσισμός» θα συνδεθεί στην Ελλάδα με την επιθετική, «επαναστατική» και αντιτουρκική εκδοχή της Μεγάλης Ιδέας, ενώ ο «φιλελεύθερος» αντιρωσισμός θα συνδεθεί κυρίως με μία συντηρητική πολιτική επικράτησης του «ελληνισμού» εντός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία βραχυπρόθεσμα στηρίζει το status quo.
Θα δούμε τώρα πως εκφράστηκαν αυτές οι δύο τάσεις στην Ελλάδα, πιο συγκεκριμένα. Τον Σεπτέμβριο του 1953, μια ομάδα διανοουμένων (Ραγκαβής, Ρενιέρης, Παπαρρηγόπουλος) που είχαν εγκαταλείψει την προσήλωσή τους στη «Δύση» για να ασπαστούν μια μεγαλοϊδεατική ιδεολογία που κοιτάζει προς τη Ρωσία, εκδίδει τον γαλλόφωνο Spectateur de l’ Orient, προσπαθώντας να πείσουν ότι η Ελλάδα ακολουθώντας μια ρωσόφιλη πολιτική, απλώς υπακούει στην εθνική φύση της.
Την ίδια στιγμή, η αντίθετη τάση εκφραζόταν με την κυκλοφορία αντιρωσικών φυλλαδίων, με συγγραφείς όπως ο καθηγητής της Νομικής, Νικόλαος Σαρίπολος, που προσπαθούν να αποδείξουν το αντίθετο.
Πιο συγκεκριμένα, ο Σαρίπολος ξεκινά λέγοντας στην Ευρώπη πως δεν πρέπει να αφήσει την Ελλάδα στο έλεος των Ρώσων, γιατί όπως οι Τούρκοι το 1453, οι Ρώσοι βρίσκονται προ των πυλών της Κωνσταντινούπολης. Ακόμη ότι η Ευρώπη κινδυνεύει να δει τη ρωσική σημαία να κυματίζει νικηφόρα στα τείχη του Παρισιού, όπως είδε κάποτε την τουρκική στη Βιέννη. Ο Σαρίπολος χρησιμοποιεί ακόμη, την έννοια του Βυζαντίου, κάτι ιδιαίτερα απεχθές στην ευρωπαϊκή ήπειρο, με στόχο να την τρομοκρατήσει.[1]
Η εφημερίδα Το Βέλος σε κύριο άρθρο του παρουσιάζει και εγκωμιάζει το φυλλάδιο του Σαρίπολου, ενώ ο Αιών, αναλαμβάνει να απαντήσει σε ένα φυλλάδιο ανάλογων απόψεων με διαδοχικά άρθρα υπό τον τίτλο «Η Πανσλαβοφοβία».[2] Η πανσλαβοφοβία εντάθηκε ιδιαίτερα μετά την Επανάσταση του 1848, «ήρθαν πολλοί πρόσφυγες, Πολωνοί, Ούγγροι και Ιταλοί, και άρχισαν να υβρίζουν τον τσάρο Νικόλαο». Ωστόσο, ο Αιών αναφέρει πως κάτι τέτοιο δεν θα πρέπει να συμβαίνει γιατί η Ελλάδα οφείλει την ανεξαρτησία της στη Ρωσία.
Ο Αιών, συμφωνεί με την άποψη του Gabriel, ότι «παρά τοις Χριστιανοίς του Οθωμανικού Κράτους Θρησκεία και Εθνικότης είναι ταυτόσημα» και ότι «ο Ελληνισμός κατά την παρούσα εποχήν είναι ο ορθοδοξισμός, ο Ανατολικισμός».
Το ξέσπασμα του Κριμαϊκού πολέμου θα δημιουργήσει μία αίσθηση πραγμάτωσης της Μεγάλης Ιδέας άμεσα. Έτσι θα δούμε πολλά μεγαλεπήβολα διθυραμβικά εθνικά καλέσματα, παράδειγμα ο Παναγιώτης Σούτσος: «Αλλ’ αν η Ελληνική Αυτοκρατορία ιδρυθή, Κυβέρνησις δυνατή και πλουσία προχύσει την ευπορίαν εις υμάς. Μη βραδυπορείται!». [3]
[1] Ματάλας, Παρασκευάς, Έθνος και Ορθοδοξία, Οι περιπέτειες μιας σχέσης, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο, 2002, σελ 118-9
[2] Εφημερίδα Αιών, 10 και 17 Ιουνίου 1853
[3] Εφημερίδα Αιών, 8 Ιουλίου 1853
[1] Παπαρρηγόπουλος Κ., Επίτομος Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, εκδόσεις Περγαμηναί , Αθήνα, 1955, σελ. 812-816