Ο «Αιώνας» αποτέλεσε μια από τις σημαντικότερες εφημερίδες της εποχής του. Ήταν «εφημερίς πολιτική και φιλολογική», εκδιδόταν από τις 25 Σεπτεμβρίου 1838 έως τις 31 Μαΐου 1888, με μικρές διακοπές ενδιαμέσως. Τόπος έκδοσης της ήταν η Αθηναϊκή πρωτεύουσα. Εκδότης – διευθυντής της ήταν ο Ιωάννης Φιλήμων και αργότερα ο γιος του Τιμολέων Φιλήμων, πήρε τη θέση του.
Η εφημερίδα αυτή αγωνίσθηκε για την παραχώρηση του Συντάγματος, την ελεύθερη λειτουργία του Τύπου, κατοχυρωμένη από το Σύνταγμα και για τις πολιτικές ελευθερίες. ο εκδότης της ήταν πολέμιος των Βαυαρών και κάθε ξένης παρέμβασης, ωστόσο δεν έκρυβε την συμπάθεια του προς τη Ρωσία. Όπως θα εξηγήσουμε και παρακάτω, αυτή την εύνοια προς τη Ρωσία, θα προσπαθήσουμε να παραστήσουμε σε αυτή την εργασία.
Οι επιθέσεις που θα κάνει κατά των αγγλογάλλων η εφημερίδα κατά τη διάρκεια του Κριμαϊκού Πολέμου, θα οδηγήσουν, μετά την Κατοχή του Πειραιά από τους Γάλλους, στην καταστροφή του τυπογραφείου του «Αιώνος» και στην φυλάκιση του εκδότη της. Ο όρος τον οποίο έθεσαν οι Γάλλοι για την αποφυλάκιση του, ήταν η διακοπή του φύλλου, το οποίο τελικά επανεκδόθηκε στις 24 Ιανουαρίου 1857, μετά τη λήξη του Κριμαϊκού Πολέμου και την ήττα της Ρωσίας, όπως θα δούμε.
Τα θέματα που εντοπίζουμε στην αρθρογραφία της αφορούν, τόσο την πολιτική ζωή, όσο και την πνευματική, για παράδειγμα είχε εξωτερικές ειδήσεις, ζητήματα κοινωνικά, παιδείας, τεχνών, ανασκαφών, ίδρυση σχολείων, επίσης θέματα που αφορούσαν την Εκκλησία.
Ο «Αιώνας» αποτέλεσε μια εφημερίδα αρχών που διαδραμάτισε πρωταρχικό ρόλο στη διαμόρφωση των πολιτικών πραγμάτων και της κοινής γνώμης.
Ο «Αιώνας» και η Ρωσία (1852-54)
Η περίοδος αυτή θα αποτελέσει μια από τις πιο σημαντικές κρίσεις του Ανατολικού Ζητήματος. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία βίωνε μια περίοδο παρακμής, κατά τη διάρκεια της οποίας, ήταν υπό τη συλλογική κηδεμονία των Μεγάλων Δυνάμεων. Μέσα από διατάγματα και φιρμάνια ο «μεγάλος ασθενής» θα προσπαθήσει να σταθεί στα δικά του πόδια και να απομακρύνει τις ξένες επιρροές που απειλούν τα εδάφη της, όπως η Ρωσία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα θα αποτελέσει το Hatti- Humajun του 1856, με το οποίο θα παραχωρήσει ισότητα σε όλους τους υπηκόους της αυτοκρατορίας, αυτό βέβαια στην ύστατη προσπάθεια να αναχαιτίσει τις διεκδικήσεις του Τσάρου έναντι των ορθοδόξων υπηκόων της αυτοκρατορίας του.
Η Ρωσία, η Γαλλία και η Αγγλία ανταγωνίζονται μεταξύ τους για τα συμφέροντα τους στην ευρύτερη περιοχή της αυτοκρατορίας, αλλά προς το παρόν τουλάχιστον δεν επιθυμούσαν την διάλυση της. Η Ρωσία και η Γαλλία ανταγωνιζόταν για την προστασία των Αγίων Τόπων, μια διαμάχη για τα προνόμια μεταξύ ορθοδόξων και καθολικών. Από την άλλη, η Αγγλία είχε ισχυροποιήσει τη θέση της στην Κωνσταντινούπολη[1] γιατί είχε υπερασπιστεί τον Σουλτάνο εναντίον της Γαλλίας και του πασά της Αιγύπτου, Μοχάμεντ Άλι.
Στο νεοσύστατο Ελληνικό κράτος, οι ευρωπαϊκές παρεμβάσεις συνεχίζονται, από τη μία και ο βασιλιάς Όθωνας κυβερνά απολυταρχικά μαζί με τους Βαυαρούς, από την άλλη. Στην πολιτική σκηνή, ο διαχωρισμός σε Αγγλικό, Γαλλικό και Ρωσικό κόμμα κυριαρχεί. Ωστόσο τα παραπάνω κόμματα δεν φαίνεται να ασπάζονται τις πολιτικές των αντιστοίχων χωρών. Το Ρωσικό κόμμα, αντιπροσωπευόμενο ιδίως από τον ορθόδοξο κλήρο, το Γαλλικό, πατριωτικό λαϊκό κόμμα, ιδιαίτερα αγαπητό στους αγωνιστές και το Αγγλικό, το κόμμα της ρεδικότας και όχι της φουστανέλας, ήταν ένα επιτελείο χωρίς στρατιώτες.
Στην προσπάθεια μας να ανασύρουμε σημαντικά θέματα, όπως η συμμετοχή, ο ρόλος και οι θέσεις των τριών ξενικών κομμάτων της ελληνικής πολιτικής σκηνής της εποχής και οι κατηγορίες για κατασκόπους και όργανα ξένων συμφερόντων, αντιπαραβάλλεται η άποψη του Gunnar Hering, ότι τα κόμματα αυτά δεν ήταν δορυφόροι των ξένων πρεσβειών στην Ελλάδα. Η εξήγηση που δίνει ως προς αυτό είναι ότι τα προπύργια τους βρίσκονταν στην επαρχία και όχι στο Ναύπλιο ή στην Αθήνα[2].
Χαρακτηριστικό γνώρισμα όλων των κομμάτων ήταν η επιθυμία για την ρήξη με το οθωμανικό παρελθόν και επιθυμούσαν την ανατροπή του Σουλτάνου. Οι ιδεολογίες τους αναφερόταν σε διαφορετικές αλληλουχίες παραδόσεων, εν μέρει παρουσίαζαν και κοινά στοιχεία της παράδοσης, όπως π.χ. η Ορθοδοξία. Το Ρωσικό κόμμα επέμενε πιο πολύ στο θρησκευτικό στοιχείο από τα υπόλοιπα. Στα πολιτικά προγράμματα τους κοινό σημείο ήταν η Μεγάλη Ιδέα.
Η Μεγάλη Ιδέα μπορούσε όμως να σημαίνει πολλά ασυμβίβαστα μεταξύ τους πράγματα. Ωστόσο, το ελληνική Μεγάλη Ιδέα δεν είχε κάνει σαφή τα όρια των εθνικών της διεκδικήσεων, τους φίλους της και τους εχθρούς της. Η Μεγάλη Ιδέα περιελάμβανε μια ευρεία εδαφική έκταση, αυτό συνέβη καθώς οι Έλληνες ζούσαν σε συμπαγείς κοινότητες σε εκτεταμένα τμήματα της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Οι ποιητές άφηναν αχαλίνωτη τη φαντασία τους να οραματίζεται μια αυτοκρατορία σε ολόκληρη τη Βαλκανική Χερσόνησο και έως τα ανατολικά όρια της Μικρός Ασίας και της Μεσοποταμίας[3].
Ο 19ος αιώνας αποτελεί τη χρονική περίοδο που συντελέστηκε η μετάβαση από γένος στο έθνος, η μετάπλαση της θρησκευτικής κοινότητας σε εθνική. Το ελληνικό έθνος όμως πως θα επιλέξει να αυτοπροσδιοριστεί; Οι κυριαρχούσες ιδέες είναι δύο, ως:
1. ο απόγονος των αρχαίων Ελλήνων και επομένως γνήσιος κληρονόμος των Φώτων (κλασικισμός)
2. το απότοκο της ορθόδοξης πολιτικό-θρησκευτικής κοινότητας της Αυτοκρατορίας
Θα υπάρξουν σφοδρές πολιτικές συγκρούσεις για το πώς θα ορισθεί τελικά η εθνική φαντασιακή κοινότητα, οι σχέσεις της με φίλους και εχθρούς, με φυλές και γλώσσες, με κράτη, με θρησκείες [4].
Ο «Αιώνας» που πρόσκειτο στο κόμμα των Ναπαίων, όπως έχουμε αναφέρει, και θα παίξει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης, αλλά και της πολιτικής του ελληνικού βασιλείου μπροστά σε αυτή τη μεγάλη κρίση του Ανατολικού. Στο πρωτοσέλιδο της 14ης Μαρτίου 1853, αναφέρει πως οι ευρωπαϊκές εφημερίδες διαπνέονται από την ιδέα ότι η Ρωσία και η Αυστρία επιθυμούν τον διαμελισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η ίδια η εφημερίδα γνωστή για τα φιλορωσικά της αισθήματα σχεδόν θίγεται με τα παραπάνω, ταυτόχρονα προσπαθεί να αναδείξει την ιδιαίτερη σχέση της Ορθόδοξης Ρωσίας με τους Έλληνες, καθώς και την κατά την γνώμη της, ιδιαίτερη προσφορά των Ελλήνων στη Ρωσία, την θρησκεία της:
«Αλλ’ η Ρωσσία; Ιδού το φάσμα, ενώπιον του οποίου ανορθούνται της Ευρωπαϊκής Διπλωματίας αι τρίχες!
Η Ρωσσία δύναται άρα και θέλει μιαν ημέραν απορροφήσει την Τουρκίαν. Αλλά και ενταύθα την αυτήν απαντώμεν πλάνην, την αυτήν ευρίσκομεν του πραγματικού αφαίρεσιν. Περί της Αυστρίας προκειμένου, ελησμόνησαν οι πολιτικοί τους Σλάβους, περί της Ρωσσίας κρίνοντες, παρέβλεψαν τους Έλληνας. Διατί δεν ηρεύνησαν τας σχέσεις, αίτινες υπάρχουσι μεταξύ της Ελληνικής φυλής και της Ρωσσίας, ποιον δε παρελθόν εμόρφωσε ταυτας, ποίαν δε πολιτικήν ηκολούθησεν ανέκαθεν η μεγάλη του Βορρά και όλης της Ορθοδοξίας Δύναμις προς το Ελληνικόν στοιχείον;
Αν μεταξύ των ατόμων την φιλίαν συνδέωσι γεγονότα αμοιβαίας ευεργεσίας, επίσης και τα έθνη συνδέει η Θεία Πρόνοια δι’ αμοιβαίων αναμνήσεων, αίτινες τοσούτον ριζούνται εις την καρδίαν αυτών, ώστε άμεσον έχουσιν επιρροήν εις τον κανονισμόν πάσης ενεργείας του ενός προς τον άλλο.
Η Ρωσσία τον πολιτισμό εαυτής χρεωστεί, ως πάσα άλλη χώρα. Εις την θρησκείαν, ην απεδέξατο. Αλλά τις επότισεν αυτήν του Χριστιανισμού το γάλα; Η Ελληνική φυλή…»
Σε αυτή τη διαμάχη της Ρωσίας με τους Οθωμανούς και τους Καθολικούς Γάλλους, έχει εξαιρετική σημασία η πεποίθηση κάποιων τουλάχιστον εκ των Ελλήνων, ότι η Ρωσία είναι ένα είδος «σωτήρα» για την ελληνική φυλή. Αυτό εξηγείται καλύτερα τοποθετώντας το σε ένα ιδεολογικό πλαίσιο, μια στροφή που κάνει το Ελληνικό κράτος εκείνη την εποχή προς την Ανατολή, «Τι είναι η Ελλάς; Ανατολή ή Δύσις;»[5]. Η δημιουργία μιας αντισταθμιστικής θεωρίας για την κάλυψη των εγγενών ελλείψεων των Ελλήνων έναντι των ευρωπαίων. Ένα είδος απογαλακτισμού από την Ευρώπη. Η Δύση χάνει για πολλούς το νόημα που είχε τα προηγούμενα χρόνια και τη θέση της παίρνει ξαφνικά η Ανατολή. Ακόμη πιο πέρα, οι Έλληνες αρχίζουν να προσδοκούν την ανασύσταση του Βυζαντίου.
Η κοινή θρησκεία, η Ορθοδοξία, θα παίξει καθοριστικό ρόλο για την ταύτιση των Ελλήνων με τη Ρωσία και τους Σλάβους. Σε απόσπασμα του Αιώνα, της 28ης Απριλίου 1854, αναφέρεται στη σχέση της Ελλάδας με τους Σλάβους, που αποτελούν αναπόσπαστη αδελφότητα.
Ο «Αιώνας» θα διαμορφώσει απόψεις πάνω στους Ευρωπαίους, εκφράζει την άποψη πως οι «Λατίνοι» θεωρούν περισσότερο ως αδερφούς τους τούς Τούρκους, παρά τους Ορθόδοξους Λαούς της Ανατολής, «τους οποίους μισούν»[6].
Όπως φαίνεται η Ευρώπη δεν κερδίθηκε από τους Έλληνες. Η απόσταση μεγάλωνε μετά την Ελληνική επανάσταση του 1821, αντί να μειώνεται και πολλές φορές έφτασε να καταλήξει σε μίσος[7]. Οι Έλληνες δεν ήταν τελικά αυτό που ήθελαν οι Ευρωπαίοι, απείχαν από την «αρχαιοελληνική φαντασίωση» τους.
Σε διπλωματικό επίπεδο τα πράγματα μεταξύ Ρωσίας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας δεν πάνε καλά Ο «Αιώνας» στις 17 Απριλίου 1853, δημοσιεύει πως οι διαπραγματεύσεις του Μενσικώφ «είναι πλησίον εις τον βράχον, όπου κινδυνεύουσι να ναυαγήσωσι». Παρακάτω, ο αρθρογράφος μας περνάει την γενική αντίληψη της περιόδου, υποστηρίζοντας τις αποφάσεις του τσάρου, χαρακτηριστικά λέει: «Μη ανεχόμενος δε να τυραννώνται οι ομόθρησκοι του από την Τουρκικήν Κυβέρνησιν, θέλει να εξασφαλίση το μέλλον αυτών. Τι δικαιότερον, φιλανθρωπέστερον και Χριστιανικότερον δι’ ένα αληθώς Χριστιανών Αυτοκράτορα;»
Τα αιτήματα του τσάρου θεωρούνται πολύ δίκαια για τον «Αιώνα», οι αποφάσεις και οι δραστηριότητες του τσάρου που «εκπηγάζουν» από τα χριστιανικά και φιλανθρωπικά του αισθήματα για τον «Αιώνα». Ούτε λόγος για την πιθανότητα άσκησης επεκτατικής πολιτικής ή πολιτικής σκοπιμότητας από μέρους του.
Βέβαια ο Τσάρος Νικόλαος Α’ είχε μια συγκεκριμένη ιδεολογική κατεύθυνση που ακολουθούσε, από την οποία δεν παρέκκλινε, αυτή ήταν που πάντα κατεύθυνε τις πολιτικές και διπλωματικές του αποφάσεις. Ακόμη ήταν ένας ένθερμος υποστηρικτής των απανταχού Ορθοδόξων λαών. Για να γίνει πιο κατανοητή η στάση του, θα αναφέρουμε πιο αναλυτικά στις τρεις βασικές αρχές του, που ήταν: 1.η πίστη του στη Μοναρχία, γι αυτό ήταν σφοδρός πολέμιος των επαναστατικών κινημάτων που κλυδώνιζαν τα θεμέλια των μοναρχιών, 2. η Ορθοδοξία, αυτός είναι ο λόγος που είχε μια ιδιαίτερη σχέση με τους λαούς της Βαλκανικής, 3. ο Ρωσικός Εθνικισμός, αυτή η αρχή είναι πιο δύσκολη στον σαφή προσδιορισμό της γιατί έρχεται σε αντίθεση με προηγούμενα, μέσα στη ρωσική αυτοκρατορία ο τσάρος Νικόλαος εξάλειφε κάθε εθνική κίνηση, αλλά ο ίδιος χρησιμοποιούσε τον Ευρωπαϊκό Εθνικισμό στα επιχειρήματα του, όπως για τη μοναδικότητα και τον σημαντικό ρόλο της Ρωσίας στην παγκόσμια ιστορία[8].
Ο θαυμασμός του «Αιώνα» και η πίστη του στη δυναμική της ρωσικής πολιτικής, φτάνει τον ίδιο σε σημείο να παραληρεί όταν αναφέρεται στον Νικόλαο ή στην Αικατερίνη, λέγοντας «…Εις όλους αυτής τους πολιτικούς συνδιασμούς η Αικατερίνη άλλον δεν είχε σκοπόν, ειμή την από της Ευρώπης έξωσιν των Τούρκων και την αποκατάστασιν της Ελληνικής Αυτοκρατορίας…». Αυτή η σκέψη του «Αιώνα» δείχνει το μέγεθος της προσήλωσης του στη ρωσική πολιτική. Βέβαια, θα πρέπει να έχουμε στο νου μας τις πολύ ευνοϊκές συγκυρίες που επιτρέπουν στον «Αιώνα» να μιλάει με αυτόν τον χειμαρρώδη και ορμητικό τρόπο.
Ένα σημαντικό για τη στάση της εφημερίδας άρθρο είναι της 16ης Μαΐου 1853, το οποίο δημοσιεύεται με τον τίτλο «Ήγγικεν!». «Ήγγικεν», λοιπόν, κατά τον «Αιώνα», η ώρα που ο ελληνικός λαός περίμενε, η ώρα που η Ρωσία κήρυξε τον πόλεμο στο Σουλτάνο και στην αυτοκρατορία του, με σκοπό να επικουρήσει τους χριστιανούς ορθοδόξους που διαβιούν στην επικράτεια της μουσουλμανικής αυτοκρατορίας.
«Η Οθωμανική Δυναστεία κρούει την κρίσιμον αύτης ώραν. Ο Ορθόδοξος Αυτοκράτωρ, εμπνευσθείς, και δια τούτο αποκτών πλέον δικαιωματικώς, το επίθετον Μέγας, απεφάσισε να επιθέση την στιβαράν αυτού χείρα και να κρατήση, ως αμετάβλητος αθλητής, την εις κρημνόν φερόμενην άμαξαν της Ορθοδοξίας, του αληθούς Ελληνισμού. Βλέπων ως γύπα επιπεσούσαν την Δύσιν, και παντοία άλλα στοιχεία επί του δεδομένου σώματος της Ορθοδοξίας, αντιπροσωπευομένης υπό των Ελλήνων και των Σλαύων, απεφάσισε να εκτείνη τας χείρας αυτού, τας οποίας μέχρι τούδε εκράτει εσταυρωμένας, και δια της ισχυράς αυτού πνοής να ανατρέψη εκείνους, οίτινες εφαντάσθησαν, ότι η Ανατολή είναι βρέφος έκθετον εις την κακουργίαν αυτών, ότι η Ορθοδοξία στερείται της ισχύος εκείνης, ήτις και ενώπιον των υλικωτέρον δύναται να καταστήση αυτήν σεβαστήν».
Η πλήρης στήριξη του «Αιώνα» στη ρωσική πολιτική σήμαινε την ταυτόχρονη στήριξη των τριών διεκδικήσεων του τσάρου Νικόλαου Α’ απέναντι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, τις οποίες δημοσιεύει στις 20 Μαρτίου 1853 και ήταν οι ακόλουθες:
«…..α. να απονεμηθή εις την Ρωσσίαν η αποκλειστική προστασία όλων των υπηκόων της Τουρκίας των πρεσβευόντων το σχισματικόν δόγμα, β. η ονομασία και η επικύρωσις του Έλληνος Πατριάρχου να μην ανήκη πλέον εις τον Σουλτάνο, και γ. η κατοχή των Αγίων Τόπων αδιαιρέτως να μένη εις τους Σχισματικούς..»
Οι παραπάνω διεκδικήσεις του τσάρου θίγουν: πρώτον, τον Σουλτάνο και την εξουσία του, έπειτα εισχωρούν στην εξουσία και στη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Κωνσταντινούπολης, θίγουν την επιρροή των Γάλλων στην περιοχή των Αγίων Τόπων, σίγουρα όμως τη γενικότερη επιρροή των αγγλογάλλων στην οθωμανική περιφέρεια. Η αποτύπωση του κλίματος γίνεται από τον «Αιώνα» με τη φράση: «Το παν εδώ ευρίσκεται εις ανησυχίαν μεγάλην. Οι μεν εύχονται, οι δε απελπίζονται…»[9]
Σε αυτό το σημείο οφείλουμε να τονίσουμε πως το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης δεν ήθελε να ανήκει στην εξουσία του Τσάρου, αλλά επιθυμούσε να παραμείνει υπό την προστασία του Σουλτάνου[10]. Αυτή του η στάση θα επικριθεί σφοδρά από τον Αιώνα, που θεωρεί αδιανόητη τη στάση του Πατριαρχείου απέναντι στον τσάρο και την πολιτική του. Η στάση του Πατριαρχείου μπορεί να εξηγηθεί, από τη στιγμή που το Πατριαρχείο ήταν ένας οθωμανικός θεσμός, που από την υποταγή του στο Σουλτάνο μπόρεσε να διατηρήσει τη βιωσιμότητα του τόσους αιώνες μέσα στο ισλαμικό αυτό πολυεθνοτικό κράτος.
[1] Η θέση της Αγγλίας είχε ισχυροποιηθεί ιδιαίτερα μετά την υπογραφή μιας αγγλοτουρκικής εμπορικής σύμβασης (1838), βασισμένης στις αρχές του ελεύθερου εμπορίου. Με αυτή τη συμφωνία η Αγγλία προήχθη σε πρώτο εμπορικό κράτος της Ανατολικής Μεσογείου, σε βάρος της Γαλλίας, που μέχρι τότε κατείχε την πρώτη θέση. Για περισσότερα βλέπε Edward Driault, Το Ανατολικό Ζήτημα, εκδόσεις Κάτοπτρο, Αθήνα, 1997, σελ. 377
[2] Hering Gunnar, Τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα 1821-1936, τόμος α’, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα, 2006, σ. 267
[3] Κωφός, Ευάγγελος, Η Ελλάδα και το ανατολικό ζήτημα, 1875-1881, εκδόσεις Εκδοτικής Αθηνών, Αθήνα, 2001, σ.22
[4] Ματάλας, Παρασκευάς, Έθνος και Ορθοδοξία, Οι περιπέτειες μιας σχέσης, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο, 2002, σελ.
[5] Πολίτης, Αλέξης, Ρομαντικά Χρόνια, Εταιρεία Μελέτης Νέου Ελληνισμού, Αθήνα, 1993, σελ. 90-91
[6] Εφημερίδα Αιώνας, στις 11 Απριλίου 1853, με τίτλο «Η Λύσσα του Παπισμού».
[7] Πολίτης, Αλέξης, Ρομαντικά Χρόνια, Εταιρεία Μελέτης Νέου Ελληνισμού, Αθήνα, 1993, σελ.93
[8] Jelavich Barbara , Russia ’s Balkan Entanglements, 1806-1914, Cambridge University Press, 1991, pp. 92-3.
[9] Εφημερίδα Αιών, «Ανατολικά», Σάββατο 2 Μαΐου 1853, σ.1
[10] Jelavich, Barbara , Russia ’s Balkan Entanglements, 1806-1914, Cambridge University Press, 1991, pp. 123-4